- όσμιο
- Χημικό στοιχείο με σύμβολο Os- ανήκα στην ογδόη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 76, ατομικό βάρος 190,2 και επτά σταθερά ισότοπα. Βρίσκεται στη φύση πάντοτε με άλλα στοιχεία της αυτής ομάδας και ειδικά το ιρίδιο. Το ανακάλυψε ο Άγγλος χημικός Σμίθσον Τέναντ (1761-1815) το 1804. Είναι μέταλλο σκληρό και εύθραυστο, κυανόλευκο, τήκεται στους 2700 °C και έχει πυκνότητα 22,56 (η υψηλότερη γνωστή, ίση με του ιρίδιου). Από χημική άποψη είναι αρκετά ανθεκτικό, προσβάλλεται μόνο στην κατάσταση λεπτότατης υποδιαίρεσης από το βασιλικό ύδωρ, αλλά οξειδώνεται αρκετά εύκολα στον αέρα ειδικά πέραν των 2000 0C. Η οξυγονούχα ένωσή του (τετροξείδιο του ο.) χρησιμοποιείται στην ιστολογία για την
ικανότητα της να βάφει μελανές τις αναγωγικές οργανικές ενώσεις (ιδιαίτερα τα λίπη). Για τις ενεργές και ειδικές οξειδωτικές ιδιότητες του, χρησιμοποιείται σε μερικές οργανικές συνθέσει (στεροειδή) και γα την οξείδωση των ολεφινών σε γλυκόλες. Όλα τα άλατά του διασπούνται με θέρμανση για να δώσουν μεταλλικό όσμιο. Το ό. είναι στοιχείο πολύ δηλητηριώδες: τα πτητικά άλατά του προσβάλλουν τους βλεννογόνους και τους πνεύμονες, επηρεάζουν τα μάτια και προκαλούν τύφλωση.
* * *τοχημ. μεταλλικό χημικό στοιχείο με σύμβολο Os και ατομικό αριθμό 76, συγγενές με τον λευκόχρυσο, πολύ σκληρό και δύστηκτο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. osmium < osm- (< οσμή) + λατ. κατάλ. -ium. Η λ. μαρτυρείται από το 1812 στον Κ. Κούμα].
Dictionary of Greek. 2013.